Το φαινόμενο του εθνικισμού στην Ευρώπη κατά την περίοδο 1789-1870

Το παρόν κείμενο αφορά την εισαγωγή μιας εργασίας που έγραψα στα πλαίσια του μαθήματος Ευρωπαϊκής ιστορίας των νεότερων και μοντέρνων χρόνων Ι, του προγράμματος σπουδών του Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ. Η διακίνηση είναι ελεύθερη και η αναφορά της πηγής έγκειται στη κρίση σας. 



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η παρούσα εργασία στοχεύει στο να διερευνήσει τις βασικές κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις, καθώς και τα συνοδευτικά φαινόμενα του εθνικισμού1 κατά την περίοδο 1870-1914 στην Ευρώπη, έτσι όπως τα προσδιορίζουν οι ιστορικοί Ε. Burns και E. Hobsbawm, στα συγγράμματα τους Ευρωπαϊκή ιστορία και Η εποχή των αυτοκρατοριών 1875-1914 αντίστοιχα. Οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για τη συγγραφή αυτής της εργασίας λειτουργούν τόσο συνθετικά όσο και συγκριτικά, μιας και οι δύο επιστήμονες συγκλίνουν στη σπουδαιότητα ορισμένων φαινομένων για τη διαμόρφωση του εθνικισμού, όπως λόγου χάρη η εμφάνιση του γλωσσικού εθνικισμού ως μέσο του κρατικού εθνικισμού των διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών και αποκλίνουν στην εξέταση άλλων, όπως για παράδειγμα, το μεταναστευτικό κύμα των τελών του 19ου αιώνα. Η επιλογή και διάκριση της προαναφερόμενης περιόδου από το χρονικό πλαίσιο του διευρυμένου 19ου αιώνα2, μέσα στο οποίο γεννιέται και αναπτύσσεται ο εθνικισμός συνιστά απόρροια τεσσάρων θεμελιωδών διαφορών στους κόλπους του κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Οι διαφορές αυτές σχετίζονται πρώτον, με την οικειοποίηση του από την άκρα δεξιά ιδεολογία, δεύτερον, με τη διεκδίκηση της εθνικής αυτοδιάθεσης από κάθε ομάδα που αυτοαποκαλούνταν ως «έθνος», τρίτον, με την αυξανόμενη τάση να θεωρείται ότι καμιά μορφή αυτονομίας δεν πληρούσε τους όρους της εθνικής αυτοδιάθεσης, πλην της πλήρους κρατικής ανεξαρτησίας3 και τέλος, με τον ορισμό του έθνους με αναφορά στην εθνότητα και κυρίως, στη γλώσσα. Οι προαναφερόμενες διαφορές του πολιτικού εθνικισμού από το 1870 κι έπειτα, θα εξεταστούν εκτενέστερα στο κυρίως μέρος της εργασίας.
Ας δούμε όμως συνοπτικά ορισμένα βασικά στοιχεία για την γέννηση και εξέλιξη του φαινομένου από τη Γαλλική επανάσταση έως και το 1870, ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο ο εθνικισμός πέρασε από τη φάση της συμπόρευσης με τον φιλελευθερισμό και τον ριζοσπαστισμό σε αυτή της απόλυτης διαφοροποίησης του από τα κινήματα αυτά.
Η Γαλλική επανάσταση βρήκε το ιδεολογικό της υπόβαθρο στις φιλελεύθερες και δημοκρατικές πολιτικές θεωρίες των Άνταμς Σμιθ, Τζον Λοκ, Ζαν Ζακ Ρουσσώ, Βολταίρου, Μοντεσκιέ και άλλων. Το τέλος της επανάστασης, το οποίο σημαδεύεται από το πραξικόπημα, που οργάνωσε ο Ναπολέοντας το 1799 και ακόμη περισσότερο τη στέψη του το 1804, ως αυτοκράτορα, και η ακόλουθη εγκαινίαση ενός εθνικιστικού αγώνα, με σκοπό την πολιτική, οικονομική και πολιτιστική αναγέννηση της Γαλλίας είναι που θεμελιώνει την άποψη του E.Burns ότι ο εθνικισμός αποτελεί, εν μέρει, «παιδί» της Γαλλικής επανάστασης. Ο εθνικισμός, ειδικά στις αρχές του 19ου αιώνα και έτσι όπως προβάλλεται από τα διάφορα ιστορικά παραδείγματα της περιόδου, όπως λόγου χάρη αυτού της Ιταλίας και του εθνικιστικού κινήματος των Καρμπονάρων, δε βρισκόταν σε αναγκαία αντίθεση με το φιλελευθερισμό, ειδικότερα όταν τιμούσε τα επιτεύγματα του απλού λαού ως ανώτερα από εκείνα μιας κοσμοπολίτικης τάξης, αντανακλώντας και την απέχθεια του φιλελευθερισμού προς τα παραδοσιακά προνόμια.
Ο εθνικισμός συνδέεται εκτός από τη Γαλλική επανάσταση και με το εμφανιζόμενο στις αρχές του 19ου αιώνα πνευματικό κίνημα, που αποκαλέστηκε «ρομαντισμός». Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ αυτών εντοπίζεται στο γεγονός ότι ο ρομαντισμός έδινε έμφαση στον ατομικισμό που προερχόταν από την αλληλεπίδραση της μοναδικής προσωπικότητας με την εξωτερική εμπειρία, υπογραμμίζοντας την κληρονομικότητα στις νοοτροπίες και αποδίδοντας φόρο τιμής στο παρελθόν. Ρομαντισμός και εθνικισμός συνδέονταν με την κοινή πεποίθηση ότι το παρελθόν θα πρέπει να λειτουργεί ως μέσο κατανόησης του παρόντος και σχεδιασμού του μέλλοντος. Η αντίληψη αυτή βρήκε την πληρέστερη ανάπτυξη της στη Γερμανία μέσα από έργα θεωρητικών, όπως του Χέρντερ4 και μετέπειτα του Φίχτε5.
  • Η περίοδος 1800-1848
Την περίοδο 1800- 1848 τα σημαντικότερα σχετιζόμενα με τον εθνικισμό φαινόμενα στην ευρωπαϊκή ήπειρο αφορούν στην Πρωσία, την αποτυχία του φιλελευθερισμού στη Γερμανία, τον εθνικισμό στην Αυστριακή αυτοκρατορία, το εθνικιστικό κίνημα της Ιταλίας, όπου το κίνημα των Καρμπονάρων βρισκόταν σε συνάφεια με τα φιλελεύθερα ιδεώδη. Σε αντίθεση με το εθνικιστικό κίνημα της Ιταλίας, της Ιρλανδίας αποσκοπούσε στην αποχώρηση της από τη Βρετανία και δεν αξίωνε την εφαρμογή του φιλελεύθερου προτύπου. Παράλληλα, κατά την ίδια περίοδο εκδηλώνεται και το αρχικά εκφερόμενο ως πολιτιστικό κίνημα του Πανσλαβισμού.
Αναλυτικότερα, η ήττα της Πρωσίας από τη Γαλλία το 1806 προσανατόλισε την πολιτική της, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα γερμανικά κρατίδια, στη διατήρηση της απομόνωσης της και την άρνηση συμμαχίας με τη Γαλλία, στοχεύοντας στην ανασυγκρότηση των στρατιών της, προκειμένου να διατηρήσει την αυθυπαρξία της απέναντι στο Ναπολέοντα. Η ανασυγκρότηση αυτή συντελέστηκε στο πρότυπο της εθνικής αναδιοργάνωσης, που είχε ακολουθήσει η Γαλλική επανάσταση και το οποίο στηριζόταν στην καθολική συμμετοχή των λαϊκών μαζών στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, η στρατολόγηση και η προαγωγή των αξιωματικών με κριτήριο την αξία τους κι όχι την καταγωγή τους ενθάρρυνε την αστική τάξη να συμμετάσχει με μεγαλύτερη προθυμία στις υποθέσεις της χώρας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αποδεικνύουν ότι η αναγκαία εκσυγχρονιστική πολιτική, στα πλαίσια του φιλελευθερισμού μπορούσε να συμβαδίσει με τον εθνικισμό. Στο πλαίσιο αυτών των μεταρρυθμίσεων, ο πρωθυπουργός της Πρωσίας Στάιν, διέλυσε το σύστημα των καστών, δίνοντας ισχυρή ώθηση στην κοινωνική και ταξική κινητικότητα, εκδημοκρατίζει τη πολιτική, προσπαθώντας να αυξήσει τη συνείδηση των Γερμανών αστών ως πολίτες και επεκτείνει τις παροχές του κράτος, τόσο για τη στοιχειώδη όσο και για τη μέση εκπαίδευση, χρησιμοποιώντας την ως το βασικό μοχλό διάδοσης των αρχών του εθνικού καθήκοντος. Η Πρωσία, επίσης, στα πλαίσια της προσπάθειας της να καθιερωθεί ως ανεξάρτητη εθνική δύναμη, κυρίως σε αντίθεση προς την Αυστρία καταφέρνει την καθιέρωση του Zollverein, δηλαδή της τελωνειακής ένωσης. Αυτή η τελωνειακή ένωση αφορούσε όλα τα γερμανικά κρατίδια πλην της γερμανικής Αυστρίας. Ακολουθώντας τις απόψεις του οικονομολόγου Φρειδερίκου Λιστ αντιτάχθηκε στους θιασώτες του ελεύθερου εμπορίου, αξιώνοντας ότι η οικονομία συνιστά εμπειρία της κάθε χώρας ξεχωριστά. Η Πρωσία, ουσιαστικά, προέταξε μια εθνικιστική απάντηση στον διεθνισμό τον φιλελεύθερων οικονομολόγων, που υπερασπίζονταν, ειδικά στη Βρετανία, τη λειτουργία του ελεύθερου εμπορίου. Στην προκειμένη, η γερμανική και ως εκ τούτου η πρωσική εμπειρία απαιτούσε υψηλούς δασμούς, προκειμένου η Πρωσία προφυλαγμένη πίσω από ένα σύστημα δασμολογικής προστασίας να οικοδομήσει εργοστάσια και να παράγει τα απαραίτητα αγαθά για την οικονομική της ανάπτυξη.
Στη Γερμανία του πρώτου μισού του 19ου αιώνα ο φιλελευθερισμός αποτυγχάνει να οδηγήσει σε εξελίξεις, που θα διαμόρφωναν την πολιτική της εμπειρία στην πορεία της Αγγλίας ή της Γαλλίας. Αυτό συμβαίνει μιας και ο Μέτερνιχ, αρχικά, επιδιώκοντας να ματαιώσει την προσπάθεια της Πρωσίας να ηγηθεί του γερμανικού έθνους, ενθαρρύνει μια αντιφιλελεύθερη αντίδραση, στηριζόμενος στο φόβο των ηγετικών τάξεων για αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος. Αργότερα, το 1840, όταν στο πρωσικό θρόνο ανέβει ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος ο Δ’, φαινομενικά υποστηρικτής του φιλελεύθερου μοντέλου, θα διακηρύξει την αντίθεση του προς το συνταγματισμό και θα αρνηθεί το 1847, παρ’ όλες τις πιέσεις από αστούς Πρώσους φιλελεύθερους να προχωρήσει στον έλεγχο νομοθετικών και οικονομικών ζητημάτων στη συνέλευση διετών (Landtag).
Στον απόηχο του εθνικού αισθήματος των Πρώσων λειτουργούν και τα διασπαστικά αισθήματα των διαφορετικών εθνοτήτων της Αυστριακής αυτοκρατορίας. Η αυτοκρατορία προσπάθησε να ενώσει αυτές τις διαφορετικές ομάδες, υπό την προστασία της δυναστείας των Αψβούργων και της υποτιθέμενα καλοπροαίρετης διοικητικής μηχανής της. Οι προσπάθειες αυτές από το 1815 και μετά προσέκρουαν όλο και περισσότερο στο πνεύμα ενός πολιτιστικού, αν όχι πολιτικού εθνικισμού, στους κόλπους αυτών των ομάδων. Η αυτοκρατορική κυβέρνηση επιδιώκοντας τη χειραγώγηση τους έστρεψε τους δουλοπάροικους εναντίον των κυρίων τους, επιδιώκοντας την αποσόβηση του εθνικού πολέμου, μέσω του ταξικού.
Το πλέον διαδεδομένο πολιτιστικό εθνικιστικό κίνημα ήταν αυτό του πανσλαβισμού, το οποίο διατηρήθηκε ως αμιγώς πολιτιστικό έως και το 1848 χαρακτηρίζοντας τη διαφωνία ως προς τη προτεραιότητα τούτης ή εκείνης της γλώσσας και παράδοσης μεταξύ των διαφορετικών ομάδων της Αυστριακής αυτοκρατορίας6. Στη Ρωσία, η σλαβοφιλία τέθηκε υπό τον έλεγχο του δυτικόφιλου τσάρου Αλέξανδρου του Α’. Μετά το θάνατο του η αντίληψη ότι ο ρώσικος λαός κατείχε τον ιδιαίτερο του εθνικό χαρακτήρα αύξησε τη δημοτικότητα της.
Συνέπεια του εθνικού αισθήματος των λαών της Αυστριακής αυτοκρατορίας, καθώς και της Πρωσίας ήταν οι επαναστάσεις του 1848. Η ιστορία των επαναστάσεων του 1848 θα πρέπει να εξετάζεται με βάση τους εξής παράγοντες7: πρώτον, τους αγώνες των διαφόρων εθνοτήτων μέσα στην Αυστριακή Αυτοκρατορία, για την κατάκτηση της αυτονομίας τους και δεύτερον, τη σύγκρουση των δυνάμεων του εθνικισμού και του φιλελευθερισμού στη Γερμανία.
Η Φεβρουαριανή επανάσταση στη Γαλλία λειτούργησε ως καταλύτης στις εξελίξεις στην κεντρική Ευρώπη, έτσι ώστε ως το τέλος Μαρτίου η Αυστριακή αυτοκρατορία να διχοτομηθεί από τις διαδοχικές επαναστάσεις των λαών που συμπεριλάμβανε στο εσωτερικό της.
Το παράδοξο, όμως, του εθνικισμού, όπως εκδηλώθηκε στη δυτική Ευρώπη ήταν ότι το εθνικό αίσθημα εν συνεχεία λειτούργησε ως παράγοντας της παλινόρθωσης. Αυτό συνέβη, μιας και όταν μια πολιτιστική πλειονότητα αυτοανακηρυσσόταν ως ανεξάρτητο ή ημιανεξάρτητο κράτος, άλλες πολιτιστικές μειονότητες του νέου κράτους αντιδρούσαν για τη θεσμοθετημένη τους κατωτερότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του κλίματος αποτέλεσε ο εμφύλιος πόλεμος στην Ουγγαρία μεταξύ των εθνικιστών του Κοσσούτ και των αντιθέτων τους. Με την εισβολή αυτοκρατορικών στρατευμάτων στη Βιέννη, η αυτοκρατορική κυβέρνηση ανακαταλαμβάνει τη θέση της και εφαρμόζει την πολιτική του αυτοκρατορικού εθνικισμού8, προσπαθώντας να εξαλείψει τις εθνικιστικές τάσεις μέσα στην αυτοκρατορία. Υιοθετώντας το πρότυπο του εθνικού κράτους, συγκέντρωσε την εξουσία στο πλαίσιο ενός ενιαίου πολιτικού συστήματος. Ειδικότερα, η νομοθεσία αναμορφώθηκε για να επιτευχθεί η νομική ομοιομορφία. Τέθηκε σε εφαρμογή η πολιτική του εκσυγχρονισμού, στον τομέα των μετακινήσεων και μεταφορών, με την κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών και δρόμων που θα ένωναν κάθε τμήμα της αυτοκρατορίας με τα υπόλοιπα. Τέθηκαν σε ισχύ δασμολογικοί περιορισμοί για την εισαγωγή ξένων προϊόντων, προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα προϊόντα της εγχώριας βιομηχανίας. Βάσει όλων των παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι η αυτοκρατορική κυβέρνηση προχώρησε σε όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη δημιουργία ενός «αυτοκρατορικού εθνικού κράτους»9
Στην Πρωσία, η επανάσταση εξελίσσεται κατά ανάλογο τρόπο, ενώ κατά την ίδια περίοδο στη συνέλευση της Φρανκφούρτης, οι Γερμανοί απασχολούνται με την νεογέννητη αντιπαράθεση μεταξύ φιλελεύθερων και εθνικιστών. Οι συμμετέχοντες στη συνέλευση είχαν υποθέσει πως θα υλοποιούσαν έργο αντίστοιχο με αυτό της γαλλικής εθνοσυνέλευσης του 1789, αγνοώντας την σημασία της απουσίας εθνικού κράτους με συγκροτημένη κρατική, συγκεντρωτική εξουσία. Η συνέλευση βρέθηκε αντιμέτωπη με το πρόβλημα των εθνοτήτων, που εκφράστηκε μέσω της πολυγνωμίας για τη φύση του γερμανικού έθνους. Οι εκφερόμενες στη συνέλευση φιλελεύθερες απόψεις κλονίστηκαν, ακόμη, από τα γεγονότα στην Αυστρία και την Πρωσία και εν τέλει υποχώρησαν, χάρει της δημιουργίας Γερμανικού κράτους, δημιουργώντας για πρώτη φορά με τόση δυναμική την πεποίθηση ότι ο φιλελευθερισμός και ο εθνικισμός δεν θα μπορούσαν να συμβαδίζουν ξανά.
  • Η περίοδος 1850-1870
Την περίοδο 1850-1870 συντελείται η οικοδόμηση νέων εθνικών κρατών, ως συνέπεια της έξαρσης των εθνικών κινημάτων του Δυτικού κόσμου. Συντελείται η ενοποίηση της Γερμανίας, κάτω από την πρωσική κυριαρχία από το Βίσμαρκ, η ενοποίηση της Ιταλίας, καθώς και η δημιουργία του εθνικού κράτους των ΗΠΑ.

1 Ο Hobsbawm ορίζει τον εθνικισμό ως το κλασικό παράδειγμα κουλτούρας ταυτότητας που βασίζεται στο παρελθόν, μεταμφιέζοντας μύθους σε ιστορία (βλ. E. Hobsbawm, Για την ιστορία, Αθήνα, 1998, σ.324).
Ο E. Burns ορίζει τον εθνικισμό ως συναίσθημα που προκύπτει από ένα ευρύ φάσμα ιστορικών, γεωγραφικών, γλωσσικών και πολιτιστικών περιστάσεων. Χαρακτηρίζεται από τη συνείδηση των μελών μιας ομάδας ότι ανήκουν σε μια παράδοση που απορρέει από αυτές τις περιστάσεις και διαφέρει από τις παραδόσεις άλλων ομάδων. (βλ. E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ. 599)

2 Κατά τον E. Hobsbawm ο διευρυμένος 19ος αιώνας αφορά την περίοδο 1789-1914

3 Η δημιουργία εθνικών κρατών είναι η πολιτική εφαρμογή του εθνικισμού, ο μετασχηματισμός του συναισθήματος σε εξουσία. (βλ. E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ. 599)

4 Ο Johann Herder, 1744- 1803, ήταν προτεστάντης πάστορας και θεολόγος. Ασχολήθηκε με τους παλαιούς πολιτισμούς και το 1780 εξέθεσε τις απόψεις του, στην εμπεριστατωμένη του πραγματεία με τίτλο Ιδέες για μια φιλοσοφία της ανθρώπινης σκέψης, παρακολουθώντας την πορεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού από την αρχαία Ελλάδα έως την Αναγέννηση. Πίστευε ότι ο πολιτισμός δεν ήταν προϊόν μιας τεχνητής ελίτ, αλλά των απλών ανθρώπων. Κανένας πολιτισμός δεν θεωρούνταν σταθερός αν δεν συνέχιζε να εκφράζει το μοναδικό λαϊκό ιστορικό χαρακτήρα, το Volkgeist. (βλ. E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ. 603)

5 Ο J. G. Fichte, 1762- 1814, ήταν καθηγητής του πανεπιστημίου της Ιένας. Αρχικά, είχε προωθήσει την πίστη στη σημασία του εσωτερικού πνεύματος ενός ατόμου, δημιουργού του δικού του ηθικού σύμπαντος. Μη έχοντας κανένα εθνικό αίσθημα, χαιρέτισε τη Γαλλική επανάσταση. Η κατάκτηση όμως μεγάλου μέρους της Γερμανίας από τον Ναπολέοντα, τον οδήγησε στην υιοθέτηση των απόψεων του Χέρντερ. Μάλιστα, συνέταξε τη σειρά Ομιλίες προς το γερμανικό έθνος, όπου διακήρυσσε την ύπαρξη ενός γερμανικού πνεύματος ανώτερου από τα άλλα εθνικά πνεύματα. (βλ. E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ. 607)

6 Η φιλολογία του κινήματος, όπως για παράδειγμα, το έργο του επαναστάτη Πολωνού Πάλατσκι, Ιστορία του Βοημικού λαού ενέπνευσε όσους επιθυμούσαν την απαλλαγή τους από ό,τι θεωρούσαν ξένο ζυγό. (βλ. E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ. 620)

7 E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία σ.623

8 E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ.627

9 E. Burns, Ευρωπαϊκή ιστορία, σ.627


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κυβισμός

Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός και Γεωμετρική αφαίρεση

Φουτουρισμός