Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- Πολιτεία δίχως ύπνο (Νυκτωδία της γέφυρας του Μπρούκλιν)

Κανένας δεν κοιμάται στον ουρανό. Κανένας, κανένας.
Δεν κοιμάται κανένας.
Τα πλάσματα της σελήνης οσμίζονται και τριγυρνούνε γύρω απ' τα καλύβια
τους.
Θα ρθουν οι ζωντανοί μεγαλόσαυροι να δαγκάσουν τους ανθρώπους που δεν
ονειρεύονται
και κείνος που φεύγει με συντριμμένη καρδιά θα συναντήσει στις γωνιές
τον απίθανο ήσυχο κροκόδειλο κάτου από την τρυφερή διαμαρτυρία των
άστρων.


Κανένας δεν κοιμάται στον κόσμο. Κανένας, κανένας.
Δεν κοιμάται κανένας.
Υπάρχει ένας νεκρός στο πιο μακρινό νεκροταφείο που παραπονιέται τρία
χρόνια
γιατί έχει ένα ξερό βράχο στο γόνατο
και το παιδάκι που έθαψαν σήμερα το πρωί έκλαψε τόσο,
που χρειάστηκε να φωνάξουν τα σκυλιά για να σωπάσει.


Δεν είναι όνειρο η ζωή! Γρηγορείτε. Γρηγορείτε. Γρηγορείτε!
Κατρακυλούμε απ' τις σκάλες για να φάμε νοτισμένο χώμα
ή σκαρφαλώνουμε στην κόψη του χιονιού μ' ένα σωρό πεθαμένες ντάλιες.
Όμως ούτε η λησμονιά υπάρχει, ούτε όνειρο:
σάρκα ζωντανή. Τα φιλιά σμίγουν τα στόματα
σ' ένα κουβάρι νιόπλαστες φλέβες
κι όποιον τον παιδεύει ο πόνος θα τον παιδεύει αδιάκοπα,
κι όποιος φοβάται το θάνατο θα τον σηκώνει στους ώμους του.


Μια μέρα
τ'άλογα θα ζήσουν στις ταβέρνες,
και τα μυρμήγκια μανιασμένα
θα χυμήξουν στους κίτρινους ουρανούς που καταφεύγουνε στα μάτια των
αγελάδων.


Μιαν άλλη μέρα
θα δούμε ν' ανασταίνονται οι βαλσαμωμένες πεταλούδες,
κι ακόμα περπατώντας σ' ένα τοπίο με γκρίζα σφουγγάρια και καράβια βουβά
θα δούμε να λάμπει το δαχτυλίδι μας και ν' αναβλύζουν ρόδα από τη γλώσσα 
μας.


Γρηγορείτε! Γρηγορείτε! Γρηγορείτε!
Όσους ακόμα φυλάγουν ίχνη από γαμψά νύχια κι από νεροποντή
και το παιδί αυτό που κλαίει γιατί δεν ξέρει πως εφευρέθηκαν τα γεφύρια,
ή τον νεκρό αυτό που δεν το απόμειναν παρά μονάχα το κεφάλι κι ένα παπούτσι,
πρέπει να τους πάμε στον τοίχο που περιμένουν μεγαλόσαυροι και φίδια,
που περιμένει το σαγόνι της αρκούδας,
που περιμένει το ταριχευμένο χέρι του παιδιού,
και που το πετσί της καμήλας αποχεντρώνεται σε μια σφοδρή γαλάζια
ανατριχίλα.


Κανένας δεν κοιμάται στον ουρανό. Κανένας, κανένας.
Δεν κοιμάται κανένας.
Μα κι αν κανένας κλείσει τα μάτια
μαστιγώστε τον παιδιά μου, μαστιγώστε τον!
Ας απλωθεί ένα πανόραμα απ' ορθάνοιχτα μάτια
και πικρές αναμμένες πληγές. 
Δεν κοιμάται στον κόσμο κανένας. Κανένας, κανένας.
Σας το' χω πει.
Δεν κοιμάται κανένας.
Αν όμως σε κάποιον τη νύχτα φυτρώσει υπερβολικό μούσκλι στα μηλίγγια του,
ανοίξτε τις καταπακτές για να δει κάτω από τη σελήνη
τα ψεύτικα κύπελλα, το φαρμάκι και το κρανίο των θεάτρων.

Από τη συλλογή "Ποιητής στη Νέα Υόρκη" (1929-30)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κυβισμός

Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός και Γεωμετρική αφαίρεση

Φουτουρισμός