Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούνιος, 2011

Αν έτσι είναι η "δημοκρατία" σας φαντάσου και στη Χούντα...

Εικόνα
ΜΑΤατζήδες να πηγαίνουν αγκαλιά με δήθεν ταραξίες- κουκουλοφόρους... Να τους δίνουν καδρόνια.... Να βγάζουν από τις κλούβες τους Χρυσαυγίτες ακροδεξιούς φασίστες... Κουκουλοφόροι δήθεν να συγκινούνται από τον ακρωτηριασμό του ΜΑΤατζή κάνοντας "εκεχειρία"... Από την άλλη μπάτσοι να πετάνε δακρυγόνα και χημικά στους διαδηλωτές (να σημειωθεί πως τα πρόσωπα ήταν ακάλυπτα), έπειτα από στενή περικύκλωση τους στα σκαλιά της πλατείας Συντάγματος... Να συνεχίζουν την εκτεταμένη χρήση χημικών στο ιατρείο της πλατείας, στο οποίο περιθάλπονταν άνθρωποι με αναπνευστικά προβλήματα, στο σταθμό του μετρό μέσα στο οποίο υπάρχουν μαρτυρίες για περισσότερες από 500 λιποθυμίες, σε στοές στην Ερμού, ακόμα και στο μοναστηράκι πετώντας τέτοιες ουσίες σε καφέδες και τα λοιπά... Σαν να μην έφταναν όλα αυτά κατά την υπηρέτηση των καθηκόντων τους... Πλάκωσαν στο ξύλο δύο δεκαεφτάχρονα παιδιά που συμμετείχαν στην κατά γενική ομολογία ΕΙΡΗΝΙΚΗ διαδήλωση, συνέχισαν με παρόμοια περιστατικά ακό

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- Πολιτεία δίχως ύπνο (Νυκτωδία της γέφυρας του Μπρούκλιν)

Κανένας δεν κοιμάται στον ουρανό. Κανένας, κανένας. Δεν κοιμάται κανένας. Τα πλάσματα της σελήνης οσμίζονται και τριγυρνούνε γύρω απ' τα καλύβια τους. Θα ρθουν οι ζωντανοί μεγαλόσαυροι να δαγκάσουν τους ανθρώπους που δεν ονειρεύονται και κείνος που φεύγει με συντριμμένη καρδιά θα συναντήσει στις γωνιές τον απίθανο ήσυχο κροκόδειλο κάτου από την τρυφερή διαμαρτυρία των άστρων. Κανένας δεν κοιμάται στον κόσμο. Κανένας, κανένας. Δεν κοιμάται κανένας. Υπάρχει ένας νεκρός στο πιο μακρινό νεκροταφείο που παραπονιέται τρία χρόνια γιατί έχει ένα ξερό βράχο στο γόνατο και το παιδάκι που έθαψαν σήμερα το πρωί έκλαψε τόσο, που χρειάστηκε να φωνάξουν τα σκυλιά για να σωπάσει. Δεν είναι όνειρο η ζωή! Γρηγορείτε. Γρηγορείτε. Γρηγορείτε! Κατρακυλούμε απ' τις σκάλες για να φάμε νοτισμένο χώμα ή σκαρφαλώνουμε στην κόψη του χιονιού μ' ένα σωρό πεθαμένες ντάλιες. Όμως ούτε η λησμονιά υπάρχει, ούτε όνειρο: σάρκα ζωντανή. Τα φιλιά σμίγουν τα στόματα σ' ένα κουβάρι ν

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- Η κιθάρα

Εικόνα
Της κιθάρας το κλάμα Αρχινάει. Της χαραυγής οι κούπες γίνονται κομμάτια. Της κιθάρας το κλάμα αρχινάει. Ανώφελο να την κάνεις να πάψει. Αδύνατο να την κάνεις να πάψει. Κλαίει μονότονα όπως κλαίει το νερό, όπως κλαίει ο αγέρας στο χιόνι που πέφτει. Αδύνατο να την κάνεις να πάψει. Κλαίει για πράγματα απόμακρα. Άνεμος του Νότου καυτερός που αποζητάει άσπρες καμέλιες. Την άστοχη κλαίει σαΐτα, το βράδυ που αύριο δεν έχει, και το πρώτο πουλί που πεθαίνει στο κλωνάρι επάνω. Ω!Κιθάρα! Καρδιά βαριά λαβωμένη από πέντε σπαθιά. Από το "Βαθύ τραγούδι" (1921-22)

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα- Νανούρισμα στον αποκοιμισμένο καθρέφτη

Κοιμήσου. Μη φοβάσαι το βλέμμα το περιπλανώμενο. Κοιμήσου. Ούτε η πεταλούδα ούτε ο λόγος, ούτε η κρυφή αχτίδα της κλειδαριάς δε θα σ'αγγίξουν. Κοιμήσου. Όπως η καρδιά μου, έτσι κι εσύ καθρέφτη μου. Κήπος όπου ο έρωτας ελπίζει σε μένα. Κοιμήσου άφοβα, μα ξύπνα, όταν θα σβήσει το στερνό φιλί πάνω στα χείλη μου. Από τη "Σουίτα των καθρεφτών" (1921)

Τελευταία ευκαιρία.

Αυτή είναι η ώρα των ποιητών. Σήμαναν οι καμπάνες μιας βιασμένης και αιμόφερτης Ρωμιοσύνης. Είναι τούτη η στιγμή η πιο κατάλληλη για το ωραιότερο των τραγουδιών μας. Το ωραιότερο σε μια κτηνωδία ξεκοιλιασμένης ντροπής, βαμμένης στην προδοσία, σαπισμένης στο πανί μιας ψεύτικης, κολασμένης σημαίας. Κρατιέται ακόμα η ψυχή στη θέση της, μα πόσο ακόμα θα κρατιέται το πλήθος στην ηρεμία του καπνισμένου τσουκαλιού... που βράζει; Όταν θα ξεχυνόμαστε στους δρόμους θα ναι η ντροπή σας εκείνη που θα σας παίρνει τα κεφάλια, όχι εμείς, μήτε τα χέρια μας. Η κτηνωδία έφτασε στο τέλος της. Διαλύστε τα θεμέλια μια τράπεζας, ρίξτε της δηλητήριο στα μάτια, μπας και ρουφήξετε ξανά- κάποτε- μια στάλα πρώιμο, κόκκινο κρασί. Μπας και καπνίσετε ξανά- κάποτε- ένα τσιγάρο με γαλήνη και αγάπη. 

Απεργία πείνας

Εικόνα

Σημειώσεις στο βιβλίο του Ε.Φίσερ- Η αναγκαιότητα της τέχνης (κεφάλαιο 1ο)

η λειτουργία της τέχνης Για τον Μοντριάν ελοχεύει ο κίνδυνος της "εξαφάνισης της τέχνης" , μιας και αυτή λειτουργεί ως υποκατάστατο μιας ισορροπίας που λείπει από την πραγματικότητα. Παρακάτω ο Φίσερ αναφέρει: ...η δουλειά για τον καλλιτέχνη, είναι μια διαδικασία ύψιστα συνειδητή, λογική, στο τέλος της οποίας το έργο τέχνης προβάλλει ως δαμασμένη πραγματικότητα και καθόλου ως κατάσταση μεθυσμένης έμπνευσις... ...ο ευκολότερος τρόπος ύπαρξης βρίσκεται στην τέχνη... ...παρά τις διάφορες κοινωνικές καταστάσεις, υπάρχει κάτι στην τέχνη που εκφράζει μιαν αναλλοίωτη αλήθεια... ...η τέχνη στις αρχές της ήταν μαγεία, μια μαγική βοήθεια για να δαμαστεί ο πραγματικός, ανεξερεύνητος κόσμος [...] Ο μαγικός αυτός ρόλος της τέχνης παραχώρησε τη θέση του στο ρόλο του φωτισμού των κοινωνικών σχέσεων,... ...Η τέχνη είναι απαραίτητη για να γίνεται ο άνθρωπος ικανός να γνωρίσει και ν' αλλάξει τον κόσμο. Αλλά η τέχνη είναι απαραίτητη και δυνάμει της σύμφυτης της μαγείας... ...ο άνθρ

Σημειώσεις στο βιβλίο του Ε.Φίσερ- Η αναγκαιότητα της τέχνης (εισαγωγή)

 Από την εισαγωγή του Ροσέ Γκαροντί Οι θεωρητικοί της μαρξιστικής αισθητικής χωρίζονται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με τις απόψεις τους. Οι πρώτοι έχουν δεχτεί την επίδραση των φιλοσοφικών αντιλήψεων του Στάλιν (Ζντάνοφ, Λούκατς), ενώ οι δεύτεροι από το δραματικό έργο και τις θεωρητικές απόψεις των Μπρεχτ, Αραγκόν, Φίσερ,... Για τους Ζντάνοφ- Λούκατς "η τέχνη είναι απλά μια μορφή γνώσης. Κατά την εγελειανή παράδοση η τέχνη θεωρείται σαν μια γνώση που δίνεται με εικόνες, ενώ η φιλοσοφία μια γνώση που δίνεται σε έννοιες." Το αποτέλεσμα της άποψης τους αυτής είναι η υποτίμηση της "ενεργητικής πλευράς" της γνώσης, σύμφωνα με τη γνωσιοθεωρία των Μαρξ και Λένιν. Για τον Ε. Φίσερ "η τέχνη είναι πριν από κάθε άλλο μια μορφή εργασίας και ως μόνο τέτοια εμπεριέχει μια γνώση." Έτσι, προβάλλεται η τέχνη σα δημιουργία, όχι σα μίμηση της φύσης. Το καθήκον του καλλιτέχνη ανήκει στην κατηγορία της έρευνας και όχι πριν από κάθε άλλο στη κατηγορία της διδασκαλίας

Τα ψάρια

Εικόνα

Αναζήτηση ποιητικού λόγου

Ήθελα δίπλα μου υπέροχους ανθρώπους. Τους αναζητούσα βεβιασμένα και βίαια και τους έβρισκα σε μονοπάτια αναπάντεχων εξορμήσεων. Υπήρχαν δίπλα μου για όσο δε κατανοούσα την ποίηση της ψυχής τους κι έπειτα χάνονταν. Μα όταν επιτέλους γεύτηκα με μια ματιά φευγαλέα και κρυφή τη στάλα του βλέμματος σου, κουρασμένου και πικραμένου κατά τ' άλλα, μπόρεσα να διαβάσω τη σιωπηλή σου αφοσίωση στην ανώτερη υπόσταση ενός γίγνεσθαι που βρίσκει θέση άνωθε σου. Σ' ένα λευκό, ειλικρινή ουρανό...

Επινίκια

Σαν πίστη φωτισμένων ψυχών, γεννήθηκε μια ιδέα απελευθερωμένη από φόβο και πόνο. Ήταν κραυγή η θύμηση τους. Τόσες μεταπτώσεις και μια παλέτα που ανανεώνεται. Κρύβει μέσα της τον Νταλί, τον Πικάσο, τον Ρούμπενς και τον Βαν Γκογκ. Μια πινελιά από πράσινο ανεξίτηλο. Η δοκιμασία του παιδιού στο μήκος ενός ατελείωτου διαδρόμου με σκοτεινές φωνές και ολόφωτη την αγάπη σου. Κραυγή στην κραυγή. Ψέμα στο ψέμα. Γιατί εκείνοι κύριε Δήμου δεν αγάπησαν τον αγώνα, μα την Ιθάκη των ανεκπλήρωτων υποσχέσεων, και ως εκ τούτου το σκοπό του αγώνα. Τρεμάμενο χέρι, μα σίγουρο. Όπως παλιά...

Παρατηρητές αστικών δρόμων.

Πόσες είναι άραγε οι φορές εκείνες, που συνηθίζουμε να προσπερνάμε τις τυχαίες ματιές στους δρόμους, δίχως τίποτα να ρωτάμε, τίποτα να αισθανόμαστε; Μοιάζει επικήδειος τούτη η τριγύρω σιωπή, κρυμμένη κατά τ' άλλα, μέσα σε κινδύνους βαμμένους κόκκινους σε αποχρώσεις των εκκωφαντικών παραισθήσεων. Ζητάνε όλοι ένα σωτήρα και μια φλόγα ψυχρής αλήθειας. Τα παραμύθια τα τελειώσαμε γρήγορα. Ήταν εκείνη τη μέρα της αρρωστημένης ζέστης που μας απέδειξαν το ανεκπλήρωτο μιας ψεύτικης λήθης. Κι αυτό γιατί η λήθη είναι μια  πραγματικότητα ατόφια και πλαστή. Μέσα της πορευόμαστε και εξαιτίας της είμαστε συνειδητοί αποδέκτες πόνου. Συνειδητή κι η φυγή, άρα αληθινή φυγή. Σπάνε οι δεσμοί κι η μελωδία χάνει τον παράφορο έρωτα της με την αρμονία. Ψεύτικο δάκρυ έρωτα, είπες, είναι το αληθινό δάκρυ μιας ανύπαρκτης ευτυχίας. ~~ Οι σκιές μιλάνε, στο ψέμα βρήκαν δικαίωση. Κράτησαν ψηλά το κεφάλι, μακρυά απ'τα εγκόσμια. Ψεύτες.

Κατερίνα Γώγου- 3 κλικ αριστερά ΙΙ

Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σιγά σιγά και μπαίνεις. Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια. Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις. Έχω μείνει στη θέση που μ' άφησες για να με ξαναβρείς. Όμως πρέπει να χει περάσει πολύς καιρός γιατί τα νύχια μου μακρύνανε και οι φίλοι μου με φοβούνται. Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες έχω χάσει τη φαντασία μου και όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω. Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον. Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε πως είσαι εσύ. Ξέρω πως λένε ψέμματα οι εφημερίδες, γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια. Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια, στο μυαλό είναι ο Στόχος, το νου σου,ε;

Στερέωμα

Ο κόσμος σου θα ήταν ανιαρός χωρίς τη σελήνη και τ' αστέρια... Οι έρωτες σου αντισυμβατικοί, βασισμένοι στη τυχαία ματιά και χαρακωμένοι, ξεσκισμένοι από συνήθεια. Τους προδίδεις με την πρώτη ευκαιρία, τρέχοντας προς αναζήτηση νέων πρωτόπλαστων συνεπάρσεων. Η ζέστη έξω είναι αφόρητη, σε πνίγει, μα στάλα ιδρώτα πια. Όλα στέρεψαν, όλα σώθηκαν. Κάτω απ' τα συντρίμια διακρίναμε ένα άλλο στερέωμα, δύσκολο μα ονειρεμένο. Λυτρωθήκαμε μέσα σε εικόνες φανταστικές, σ' ένα ύπνο ζαλισμένο από έρωτα. Έτσι όταν τ' αφήσαμε όλο τούτο, όταν στρέψαμε τα μάτια μας στον ορίζοντα της παρανοϊκής, συμβατικής μας λογικής, είδαμε ξανά τον εαυτό μας. Λιποψυχήσαμε απογεύγοντας το ιδανικό της συνένωσης μας αποδεχόμενοι κάθε μικρότητα και ιδιοτέλεια. Ώσπου ο ουρανός σου έγινε ένας κόσμος δικός μου, στ' αλήθεια ανιαρός χωρίς τη σελήνη και τ' αστέρια...

Μ.Καραγάτσης- Στο Γουώππιν με φογκ

Εικόνα
"...Κάτω στο Γουώππιν, στους ντόκους... Η ομίχλη είναι αραιή. Μιστ, όχι φογκ. Πούσι γαλατένιο που σέρνεται πάνω στον ποταμό και ξεστρατίζει ζερβόδεξα τυλίγοντας με μυστήριο τους έρημους και μίζερους δρόμους του Ήστ Έντ. Μαύρη άσφαλτος, μαύρα σπίτια. Μαύροι περίπλοκοι δρόμοι, που ξεκινώντας απ' τη κεντρική αρτηρία χάνονται προς απίθανες κατευθύνσεις. Πού και πού ένα λαμπιόνι που γεννάει φωτεινή εστία μέσα στον αχνό. Κάτι σα νεφέλωμα στο χάος του στερεώματος." "Προχωράμε στην τύχη. Περπατάμε για να περπατάμε. Κι όπου μας βγάλει ο δρόμος. Επειδή δεν έχει τέρμα ο δρόμος μας. Δεν έχει σκοπό. Ήρθαμε εδώ για να βουτηχτούμε στην ομίχλη. Να νιώσουμε πάνω στη σάρκα μας το χάδι της το παγερό. Ν' ανασάνουμε την ύπουλη υγρασία της. Να περιπλανήσουμε τη μοναξιά μας στις ερημιές της απόμακρης συνοικίας. Να μαντέψουμε με την ευαισθησία της ψυχής μας όσα τα μάτια μας δεν δύναται να δουν. Όσα σκεπάζει η νύχτα κι η ομίχλη. " "Είναι η καταχνιά που παραλλάζει τους ήχου

Μ.Καραγάτσης- Το νερό της βροχής

"...Όλος ο πανικός της ψυχής, η δειλία του κυνηγημένου κορμιού της στράφηκε προς τα εκεί. Με λυμένα γόνατα προχώρησε ως κάτω από τους κίτρινους άγιους που την κοιτούσαν με τα σκληρά τους μάτια, κι έπεσε γονατιστή στο πάτωμα, με μια βαθειά ανάσα, ένα ρόγχο απελπισίας..." "...Ο χρόνος περνούσε απάνω της, χωρίς ν' αφήνει εντύπωση, σαν άγγιγμα φτερού κακού εφιάλτη. Ο νους, οι αισθήσεις, η αντίληψη της, είχαν σταματήσει, είχαν κατακαθίσει σε μια βαθειά υστερική άνοια. Όλη η ύπαρξη της γκρεμίστηκε με το κατρακύλισμα της πραγματικότητας που πίστευε. Με το σώριασμα της φτωχής της ευτυχίας." "...Σαν άπειρη της ζωής και του κόσμου, δόθηκε στην ηδονή απλά, φυσιολογικά, τίμια, μη νιώθοντας πως ο έρωτας είναι ιδιότροπος, παράξενος, ακαταλόγιστος. Πώς για να τον κρατάς σκλάβο, πρέπει να παλέβεις, να τυραννιέσαι διαρκώς μαζί του." "..Την αγαπούσε υποταγμένος στα γαλανά μάτια της. Στο λεπτό και νευρικό κορμί της με τις υπέροχες αναλογίες. Στη δίμορφη ψυχή τ

Ξεδιάντροπος εγωισμός

Το φεγγάρι είναι ολόγιομο και κοιμάται. Ναρκωμένο δείχνει απ' την ίδια του τη λάμψη. Μονάχα αυτό γλύτωσε απ' τη φτήνια μου. Ένας δεσμευμένος από τύψεις και ενοχές ζωγράφος, λουσμένος απ'το φως του και κατευθυνόμενος απ'την μυρωδιά του και την πιο ψεύτικη απ'τις ανάγκες του, παλεύει με τον καμβά. Κρέμεται πάνω του και μαχαιρώνει την ψυχή του με πινέλο βουτηγμένο στο λευκό του τιτανίου. Μια μάχη άνιση με τους χειρότερους φόβους του. Αν νικήσει, ξέρει πως πια νεκρός θα βρίσκεται μέσα σ'ένα κήπο συνωστισμένων ανθρώπων που ξέφυγαν απ'την ανύπαρκτη χαραμάδα φωτός του σκότους της συνείδησης τους. --- Το να γράφεις ποιήματα αποδεικνύεται ως η πιο ξεδιάντροπη εκδήλωση εγωισμού. Το να τα φανερώνεις σ'άλλους ο πιο ειλικρινής τρόμος για την πάλη με το τέρας που βρυχάται μέσα σου.

Γράμμα για ένα γέροντα ποιητή

Εικόνα
Αβάνα, Κούβα του Κος Κάουσε Σ'αυτό το στερνό γράμμα δε μιλάτε πια για την  άνοιξη και λέτε πως δε γράφετε άλλο, πως λίγο διαβάζετε, μα προσέχτε γιατί ο θάνατος, αλλάζει φορεσιά κάθε που ψάχνει κάτι. Τα γερατειά είναι μια πόλη περ' απ' τη θάλασσα. Ο χρόνος κυλάει και δε μας λογαριάζει και πρέπει να 'τοιμάσουμε το πρόσωπο μας γι αυτή τη θλίψη. Εσείς φοβάστε μην πεθάνετε, σωστή κι αξιοσέβαστη ανησυχία. Το παιδί σαλεύει στο βάθος, μελαγχολικά, σαν το λαό εκεί απ' όπου στέλνουμε κιτρινισμένες καρτποστάλ σαν κάποια εποχή μας σφίγγει από παντού. Άλλος γυρνάει στα παιδικά του χρόνια και σφαλίζει μια πόρτα. Εγώ ποτέ μου δεν ξεχνώ το μυστήριο περιστερένιο σπίτι σας, μήτε τα λείψανε σκόρπια στη σάλα σαν σκουπίδια, μήτε το κάδρο όπου σεις στο πρόσωπο μοιάζετε κείνου που έχει ένα χρόνο ν' αντικρύσει ένα παιδί, κι ο μακρόσυρτος καπνός της πίπας σπέρνει δισταγμούς. Διάβασα το βιβλίο σας και, πιστέψτε με, τώρα πηγαίνω κρατώντας ένα κομμάτι ελπίδας. Ακόμη αγαπάτε την Μπεατρί

Αφιέρωμα (Ι) στην Κουβανέζικη ποίηση

Εικόνα
Χοσέ Μαρτί Ο εθνικός ποιητής της Κούβας "Κάθε άνθρωπος πρέπει να αισθάνεται στο μάγουλο του το χαστούκι που δίνουν στο μάγουλο οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου" Χοσέ Μαρτί (1891) Αν ο ποιητής είσαι εσύ Αν ο ποιητής είσαι εσύ, όπως είπε ο ποιητής, κι εκείνος που εκσφενδόνισε αστέρια σε χίλιες νύχτες χρωματιστής βροχής είσαι εσύ, τι θα μπορούσα εγώ να σου πω, Κομαντάντε; Αν εκείνος που όρθωσε το προφίλ του στο μέλλον και το έκανε με τη φωνή του όπλου ήσουν εσύ, πολεμιστής για πάντα, αιώνιος χρόνος, τι θα μπορούσα εγώ να σου τραγουδήσω, Κομαντάντε; Μάταια ψάχνω στην κιθάρα μου τον πόνο σου και στον κήπο μου όλα είναι όμορφα, δεν υπάρχει φόβος, τι άλλο θα μπορούσα εγώ να σου αφήσω, Κομαντάντε, από το να ανταλλάξω την κιθάρα μου με το πεπρωμένο σου; Ή να αρνηθώ ένα τραγούδι στον ήλιο, ή να πεθάνω χωρίς αγάπη. Τι θα μπορούσα να σου πω εγώ, Κομαντάντε; Αν ο ποιητής είσαι εσύ... Πάμπλο Μιλανές (1943) Ποίημα Ι Ο θόλος ήταν γαλάζιος, το χρώ

Νύχτες στην άσφαλτο

Εικόνα
Να με ρωτάς "που είσαι;" και γω να πλέω ήδη για τ' αστέρια. Να ισορροπώ στο τεντωμένο σου σκοινί και η πτώση να είναι η μόνη σου λύτρωση... Ολόγιομο φεγγάρι, μαύρη η νύχτα και το στερέωμα. Δέντρο... Δέντρο φαντάζει τούτη η ασυγκράτητη ορμή... Καρπός που θα γεννηθεί θα' ναι οι πόθοι σου. Η ψυχή σου τα διάλεξε όλα τούτα, στην άσφαλτο γκρεμίζονται οι φωνές μας. Στη δίψα μας γυρεύουμε νερό. Στον ίσκιο μας το φως, μα στην αγάπη μας βλέπουμε τα δεσμά μιας ακόμη πιο υπέροχης ελευθερίας. Καληνύχτα και μη με ξεχνάς...τις νύχτες σα κι αυτή, τις σκοτεινές.